Πέμπτη 14 Μαρτίου 2019

το ντουλάπι γεμίζει...

... το άνοιξε!
Σηκωμένη στις μύτες των ποδιών, πατώντας στα ακροδάχτυλα της τόσο που πόνεσε, σαν πρωτάρα μπαλαρίνα, έφτασε το χερούλι του ντουλαπιού, ίσα ίσα με τον δείκτη του δεξιού χεριού...
... δεν έφτανε ούτε καν να δει τι είχε μέσα, αλλά εκείνη τη στιγμή δεν είχε σημασία, ο πρώτος άθλος είχε επιτευχθεί: είχε ανοίξει για πρώτη φορά, με τεντωμένο κορμί, το ντουλάπι...
... μετά έκανε ένα άλμα επιτόπου και με τη δεξιά παλάμη χτύπησε την ανοιχτή πόρτα του ντουλαπιού και το έκλεισε με ελαφρύ κρότο... χωρίς να διαταράξει την ησυχία του σπιτιού...

...την πάτησε!
φωνές και ουρλιαχτά ξεσήκωσαν την τάξη... τα μικρά θρανία και οι καρέκλες άρχισαν να ντεραπάρουν εδώ κι εκεί μέσα στην αίθουσα. Ένα - δυο θρανία έμειναν όρθια και όσα από τα παιδιά δεν είχαν πισωπατήσει, κολλώντας με την πλάτη στον τοίχο ουρλιάζοντας - κάποια από φόβο, κάποια από συμπαράσταση σε αυτά που πραγματικά φοβόντουσαν και κάποια γελώντας και συμμετέχοντας στο "παιχνίδι"-, στριμώχτηκαν επάνω τους, σαν σε βάρκες ακυβέρνητες, χωρίς κουπιά, έτοιμες να αναποδογυρίσουν από το κύμα. Μέσα στο χαμό, κάποιο παιδί την έσπρωξε κι εκείνη πηδώντας από το θρανίο -βάρκα πάτησε με το πόδι της και έλιωσε με ένα σιχαμένο "κρακ" τον τρομοκράτη της τάξης: την κατσαρίδα που τόση ώρα τους "απειλούσε" ... όλοι μαζί χειροκρότησαν και ζητωκραύγασαν την από τύχη "ηρωίδα"! Μόνο εκείνη ήξερε την αλήθεια...και αυτός που την έσπρωξε!

...το εξαφάνισε!
το κόκκινο σκυλάκι με την χρυσή ψεύτικη καδένα χαλαρά περασμένη γύρω από το λαιμό του, ήταν δώρο του μπαμπά από ταξίδι του στην Ιαπωνία. Ήταν το δεύτερο σκυλάκι που της είχε κάνει δώρο. Το πρώτο ήταν ροζ και είχε και μπαταρίες στην κοιλιά για να περπατάει και να ανοιγοκλείνει το στόμα σε ένα μονότονο γαβ! Το κόκκινο δεν έκανε τίποτα, απλά στεκόταν. Την κοίταζε, όμως, κάθε βράδυ, κάτω από το ξύλινο σκούρο καφέ τραπέζι του σαλονιού. Την κοίταζε ανάμεσα από τα πόδια των καρεκλών της τραπεζαρίας, όταν έκλειναν τα φώτα τη νύχτα, για να κοιμηθεί το σπίτι' κι εκείνη στην πολυθρόνα κρεβάτι του σαλονιού. Το φοβόταν, όχι γιατί της έκανε κάτι, αλλά γιατί απλά δεν ήταν εκεί η θέση του κι εκείνη το ήξερε αυτό, όπως επίσης ήξερε ότι τα ψεύτικα σκυλάκια δεν περπατάνε και δεν αλλάζουν θέση μόνα τους. Για καιρό - ποιος ξέρει πόσο - απλά κουκουλωνόταν και έμπαινε ολόκληρη κάτω από τα σκεπάσματα, να μη βλέπει ότι τη βλέπει, ακούγοντας την καρδιά της στο μαξιλάρι να χτυπάει δυνατά, μέχρι που την έπαιρνε ο ύπνος και το πρωί όλα ήταν στη θέση τους πάλι - και το κόκκινο σκυλάκι! Ώσπου μια νύχτα, χωρίς να το έχει σκεφτεί, οργανώσει, προετοιμάσει, ξεσκεπάστηκε απότομα και χωρίς να σηκωθεί από τον πολυθρόνα-κρεβάτι της, τέντωσε το χέρι, με την παλάμη σε επιθετική κίνηση βεντάλιας, σα να έδιωχνε μια ενοχλητική μύγα από δίπλα της και "έβαλε" το κόκκινο σκυλάκι στη θέση του! Χωρίς κραυγή, χωρίς "Αέεεερα", μόνο με τη σκέψη: "αποκλείεται να είσαι εκεί, δεν είναι η θέση σου κάτω από το τραπέζι και ανάμεσα στα πόδια των καρεκλών. Απλά δεν είσαι εκεί!" Και δεν το είδε ποτέ ξανά κάτω από το τραπέζι... ούτε και να την κοιτάζει... ποτέ ξανά...




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου